Η έλξη της αρνητικής σκέψης
Γιατί αναγνωρίζουμε στη ζωή μας τη λύπη περισσότερο από τη χαρά;
Γιατί άραγε οι αρνητικές ιστορίες μας παίρνουν τόσο πολύ υπόσταση μέσα μας αντί για τα όμορφα πράγματα που κάνουμε ή συμβαίνουν γύρω μας; Γιατί δεχόμαστε όλο το βάρος του «όχι» και δεν αφήνουμε το «ναι» να διεκδικήσει το δικό του ποσοστό εγγραφής;
Σκεφτείτε μία καθημερινή εικόνα. Για παράδειγμα την περίπτωση που οδηγούμε βιαστικά για μία συνάντηση και μας πιάνει κόκκινο φανάρι ενώ τρέχουμε να το περάσουμε. Η πρώτη σκέψη είναι αυθόρμητη «πάντα με πιάνει το κόκκινο όταν βιάζομαι, όταν θέλω να περάσω για να πάω στο ραντεβού μου, πάντα μου συμβαίνει αυτό και μόνο σε εμένα» και όσο περισσότερο το χτίζουμε με αρνητισμό, τόσο φτιάχνουμε σενάρια που θυμίζουν το «άντε και εσύ και ο γρύλος σου». Ναι, μας έπιασε κόκκινο. Πόσες φορές έχει γίνει αυτό; Άγνωστο, γιατί δεν τις μετράμε. Κι όμως νομίζουμε ότι μας πιάνει μόνο το κόκκινο! Αν υπήρχε ένας μετρητής προσπέλασης φαναριών, σίγουρα τα πράσινα θα ήταν περισσότερα, αν όχι τουλάχιστον ισόποσα.
Τι γίνεται εδώ; Απλό και ταυτόχρονα πολύπλοκο. Δείχνουμε έμφαση στο αρνητικό που μας συμβαίνει, στο κόκκινο φανάρι. Δίνουμε την αφορμή στον εαυτό μας να σκεφτεί αρνητικά και κατ’ επέκταση να το νιώσει. Το αρνητικό μας κλονίζει, έρχεται να απειλήσει τον κόσμο μας, έρχεται να μας εμποδίσει να ικανοποιήσουμε την επιθυμία μας και παίρνει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις από αυτές που του αναλογούν. Αν αυτό συνεχιστεί, θα λειτουργήσει αθροιστικά, θα υιοθετηθεί ως μία συνειδητή κατάσταση που επιτρέπει στον εαυτό μας να νοηματοδοτείται μόνο έτσι, αρνητικά.
Οδηγούμαστε ασυναίσθητα σε μία επικριτική ματιά προς τον εαυτό μας λέγοντας « Αφού δεν μπορώ να το αλλάξω αυτό, τι κακό συμβαίνει σε εμένα;» ή κρίνουμε τους άλλους «Δεν μπορούν να καταλάβουν πόσο άσχημα είναι τα πράγματα» και έτσι μεγαλώνουμε τις διαστάσεις του αρνητικού στην ετικέτα που μας κολλάμε.
Συχνά κάνουμε πλάνα για το μέλλον και λέμε: «αυτό θα είναι δύσκολο», μας ρωτάνε «γιατί» και λέμε «δεν ξέρω, έτσι το σκέφτομαι». Αυτοματοποιημένα πολλές φορές, χωρίς επεξεργασία κλίνουμε περισσότερο προς την άσχημη έκβαση των πραγμάτων. Εμμένουμε σε αυτή την άρνηση, τροφοδοτώντας τη σκέψη μας με μία σειρά από στοιχεία που λειτουργούν αποτρεπτικά στην εφαρμογή περαιτέρω ενεργειών μας. Μία ερμηνεία είναι ότι είμαστε εξελικτικά προσδιορισμένοι να εντοπίζουμε το αρνητικό καθώς απειλεί την ευημερία μας.
Μπορούμε όμως να μείνουμε μόνο στο εξελικτικό DNA και να ακυρώσουμε την επιθυμία και τη θέληση; Το τέλος της ημέρας πολλές φορές μας βρίσκει να έχουμε ακυρώσει τις επιθυμίες μας, αποφεύγοντας να τις κάνουμε πράξη με το φόβο της αποτυχίας. Μα πώς να τις κάνουμε πράξη, όταν το μόνο που πιστεύουμε είναι το αρνητικό;
Και πότε είμαστε χαρούμενοι στη ζωή μας; Είναι δύσκολο να το καταλάβουμε, γιατί όταν είμαστε χαρούμενοι, το ζούμε, είναι εμπειρικό. Το προσπερνάμε εύκολα και δεν του δίνουμε σημασία. Δεν μπαίνουμε να αναλύσουμε και δύσκολα εκτιμάμε κάθε χαρούμενη σκέψη, πράξη, στιγμή. Απλά τη βιώνουμε ως δεδομένο στοιχείο, ως δοσμένο, ως μοιραίο, ως κάτι που έρχεται από έξω και δεν είμαστε ικανοί να το παράγουμε. Και έτσι προχωράμε.
Από την άλλη όταν είμαστε στεναχωρημένοι, το αρνητικό συναίσθημα, μας κυριεύει σε όλο του το εύρος. Μπαίνουμε να αναλύσουμε τα πάντα. Θρηνούμε, επικρίνουμε και ανησυχούμε όλη τη μέρα. Ο χρόνος αποκτά διαφορετική μέτρηση και τα δευτερόλεπτα φαίνονται αιώνες.
Πάντα στη ζωή μας θα υπάρχουν καλές και κακές μέρες. Στις καλές συνεχίζουμε τη ζωή μας. Στις άσχημες ημέρες πως αντιδρούμε; Μένουμε καθηλωμένοι ή δείχνουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας; Επιτρέπεται να είμαστε στεναχωρημένοι δεχόμενοι ότι και αυτό το συναίσθημα είναι ένα σημαντικό κομμάτι της ζωής μας;
Συνήθως τις άσχημες μέρες λέμε στον εαυτό μας, «θα είμαι πάντα στεναχωρημένος» ή «γιατί είμαι τόσο αδύνατος» στρεφόμενοι πάντα με αρνητισμό προς τον εαυτό μας. Εκείνη τη στιγμή είναι που πραγματικά πρέπει να τον προσέξουμε, να τον φροντίσουμε και έτσι να προχωρήσουμε. Η στεναχώρια από μόνη της είναι διαχειρίσιμο συναίσθημα. Αλλά η λύπη μαζί με την ενοχή και τον φόβο, δημιουργούν έναν ανυπόφορο συνδυασμό.
Δίνουμε χώρο και χρόνο σε κάθε συναίσθημα, είναι όλα αξιοποιήσιμα. Ξέρουμε πότε είμαστε στεναχωρημένοι και πότε είμαστε χαρούμενοι: όταν έχουμε συναίσθηση των συναισθημάτων μας. Πότε είμαστε χαρούμενοι;
- Όταν αποφεύγουμε να γινόμαστε θύματα των καταστάσεων.
- Όταν είμαστε ήρεμοι και μπορούμε να σκεφτούμε ψύχραιμα χωρίς να φορτωνόμαστε με ευθύνη για όλα τα προβλήματα όλου του κόσμου.
- Όταν δείχνουμε ευγνωμοσύνη στον εαυτό μας για ό,τι έχουμε καταφέρει.
- Όταν νιώθουμε ισορροπημένοι και δεν σκέφτομαστε τα λάθη του παρελθόντος γιατί δεν έχουμε ανάγκη τίποτα πια από τότε.
- Όταν νιώθουμε ελευθερία και σταματάμε να δίνουμε βήμα στις φωνές που μας ενοχοποιούν και μας λένε ότι δεν τα κάνουμε καλά, ότι πληγώνουμε τους ανθρώπους δίπλα μας και ότι οι άλλοι θέλουν να μας εγκαταλείψουν.
Είμαστε χαρούμενοι όταν σταματάμε να επιτρέπουμε στον φόβο να μας οδηγήσει στο μονοπάτι του «δεν μπορώ». Όταν αποφασίσουμε ότι «θέλουμε να πάρουμε το τιμόνι της ζωής μας στα χέρια μας».
Χάρης Πίσχος, Ψυχολόγος MSc - Υπαρξιακός Οικογενειακός Ψυχοθεραπευτής
~ Επικοινωνήστε μαζί μας για να κλείσετε ραντεβού: 210 - 8085370 ή στείλτε μας μήνυμα ~